怦 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

怦 ελληνικός ορισμός

pēng

  • impulsive

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : noise of waters;
  • : (onom.) bang;
  • : attack; impeach;
  • : noise of dashing waves;
  • : μαγείρεμα
  • : (onom.) bang; thump;
  • : the sound of opening or closing the door;