合同 έννοια και προφορά

合同
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

合同 ελληνικός ορισμός

hé tong

  • σύμβαση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (hé): συνδυασμός
  • (tóng): με