图书馆 έννοια και προφορά

图书馆
Απλοποιημένη λέξη
圖書館
Παραδοσιακή λέξη

图书馆 ελληνικός ορισμός

tú shū guǎn

  • βιβλιοθήκη

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tú): εικόνα
  • (shū): βιβλίο
  • (guǎn): περίπτερο

Παραδείγματα ποινών με 图书馆

  • 我把书还给图书馆了。
    Wǒ bǎ shū hái gěi túshū guǎnle.
  • 我从图书馆借了三本书。
    Wǒ cóng túshū guǎn jièle sān běn shū.
  • 我从图书馆借来了两本书。
    Wǒ cóng túshū guǎn jiè láile liǎng běn shū.
  • 图书馆为大家提供了安静的阅读环境。
    Túshū guǎn wéi dàjiā tígōngle ānjìng de yuèdú huánjìng.