起初 έννοια και προφορά

起初
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

起初 ελληνικός ορισμός

qǐ chū

  • αρχικά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (qǐ): από
  • (chū): νωρίς