兩 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

兩 ελληνικός ορισμός

liǎng

  • Two

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : Japanese variant of 兩|两;
  • : δύο
  • : ounce (British imperial system) (old);
  • : waistcoat;
  • : sprite; fairy;