匮 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

匮 ελληνικός ορισμός

kuì

  • to lack
  • lacking
  • empty
  • exhausted

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to sigh;
  • : confused; troubled;
  • : ντροπιασμένος
  • : κατάρρευση
  • : basket for carrying soil;
  • : born deaf; deaf; obtuse;
  • : Amaranthus mangostanus;
  • : ταίζω