厌
厭
厌 ελληνικός ορισμός
yàn
- κουρασμένος από
yàn
- κουρασμένος από
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 厭 : Tired
- 咽 : φάρυγγας
- 唁 : to extend condolences;
- 喭 : condole with;
- 堰 : weir;
- 妟 : Qi
- 嬿 : lovely;
- 宴 : γιορτή
- 彦 : accomplished; elegant;
- 晏 : late; quiet;
- 滟 : tossing of billows;
- 焰 : φλόγα
- 焱 : Yan
- 爓 : flame;
- 砚 : ink-stone;
- 艳 : υπέροχος
- 谚 : proverb;
- 谳 : to decide judicially;
- 赝 : false;
- 酽 : strong (of tea);
- 雁 : wild goose;
- 餍 : to eat to the full;
- 験 : Japanese variant of 驗|验;
- 验 : δοκιμή
- 鬳 : Qi
- 鴳 : quail;
- 鷃 : quail-like bird;
Παραδείγματα ποινών με 厌
-
我讨厌在饭馆吃饭。
Wǒ tǎoyàn zài fànguǎn chīfàn. -
这个天气真讨厌。
Zhège tiānqì zhēn tǎoyàn.
Λέξεις που περιέχουν 厌, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 讨厌 (tǎo yàn) : μισώ
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 厌恶 (yàn wù) : αηδία