啫 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

啫 ελληνικός ορισμός

zhě

  • particle used for interjection (Cantonese)
  • see also 啫哩[zhe3 li1]

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά