塄 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

塄 ελληνικός ορισμός

léng

  • elevated bank around a field

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : lofty (as of mountain);
  • : square beam; variant of 稜|棱[leng2];
  • : edge
  • : old name for spinach;