揉
揉 ελληνικός ορισμός
róu
- τρίψιμο
róu
- τρίψιμο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 揉, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
-
揉 (róu): τρίψιμο
-