揉 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

揉 ελληνικός ορισμός

róu

  • τρίψιμο

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Λέξεις που περιέχουν 揉, ανά επίπεδο HSK