撕
撕 ελληνικός ορισμός
sī
- σχίσιμο
sī
- σχίσιμο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 丝 : σύρμα
- 偲 : talented; urgent;
- 厮 : mutually; with one another; manservant; boy servant; guy (derog.);
- 司 : διαίρεση
- 咝 : (onom.) to hiss; to whistle; to whiz; to fizz;
- 嘶 : hiss; neigh; Ss! (sound of air sucked between the teeth, indicating hesitation or thinking over);
- 思 : νομίζω
- 斯 : μικρό
- 澌 : drain dry; to exhaust;
- 禠 : felicity; blessing;
- 私 : ιδιωτικός
- 糹 : 𧰨
- 缌 : fine linen;
- 罳 : screen;
- 虒 : amphibious animal with one horn;
- 蛳 : snail;
- 覗 : peek;
- 锶 : strontium (chemistry);
- 飔 : cool breeze of autumn;
- 鸶 : heron;
Λέξεις που περιέχουν 撕, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
-
撕 (sī): σχίσιμο
-