潭 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

潭 ελληνικός ορισμός

tán

  • deep pool
  • pond
  • pit (dialect)
  • depression

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : quiet; peaceful;
  • : αγια τραπεζα
  • : dark clouds;
  • : raised path between fields;
  • : sandalwood; hardwood; purple-red;
  • : phlegm; spittle;
  • : deep;
  • : μιλα ρε
  • : bitter taste in wine; rich; full flavored;
  • : long spear;
  • : knob on a sword-handle;
  • : to advance;
  • : black horse;
  • : black, dark; unclear; private;