熏 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

熏 ελληνικός ορισμός

xūn

  • καπνός

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : medal; merit;
  • : ocarina; wind instrument consisting of an egg-shaped chamber with holes;
  • : ancient porcelain wind-instrument;
  • : twilight; sunset;
  • : fumes from sacrifice;
  • : to scent tea with flowers; variant of 熏[xun1];
  • : crimson;
  • : lamb soup;
  • : Japanese variant of 薰;
  • : sweet-smelling grass; Coumarouna odorata; tonka beans; coumarin;
  • : helplessly intoxicated;

Λέξεις που περιέχουν 熏, ανά επίπεδο HSK