狁 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

狁 ελληνικός ορισμός

yǔn

  • name of a tribe

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : επιτρέπω
  • : to perish; to die;
  • : to fall; meteor; to perish; see also 殞|殒[yun3];
  • : rain storm; to fall;