猱 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

猱 ελληνικός ορισμός

náo

  • macaque (zoology)
  • brisk and nimble
  • to scratch

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : clamor; (onom.) 'look!';
  • : 飬
  • : name of a mountain;
  • : γρατσουνιά
  • : parasitic worm; human pinworm (Enterobius vermicularis);
  • : wrangling, contention, to dispute;
  • : big cymbals;