痿 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

痿 ελληνικός ορισμός

wěi

  • atrophy

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : (arch.) type of grass;
  • : μεγάλος
  • : ψευδής
  • : 𣬉
  • : mound; embankment; the earthen altar to the god of the soil;
  • : επιτροπή
  • : active; comply with;
  • : ουρά
  • : the bright shining of the sun;
  • : name of a river;
  • : glowing; bright; brilliant;
  • : humble; rustic; plentiful;
  • : (reddish jade); precious; rare;
  • : a bruise or contusion;
  • : rocky; stony;
  • : γεωγραφικό πλάτος
  • : aft;
  • : reed; rush; Phragmites communis;
  • 诿 : to shirk; to give excuses;
  • : eminent; lofty;
  • : gorgeous;
  • : correct; right;
  • : easeful carriage of one's head;
  • : be bent; crooked (of bones);
  • : little tuna; Euthynnus alletteratus;