瘀 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

瘀 ελληνικός ορισμός

  • hematoma (internal blood clot)
  • extravasated blood (spilt into surrounding tissue)
  • contusion

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : silt; river sludge; to silt up; choked with silt; variant of 瘀[yu1];
  • : bamboo with thin; wide leaves;
  • : winding; twisting;
  • : to wither; dried leaves; faded; withered;
  • : literal-minded; pedantic; doctrinaire; longwinded; circuitous;