睖 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

睖 ελληνικός ορισμός

lèng

  • to stare blankly
  • to glare

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : παγωμένο
  • : to stumble; to slip; to fall;