瞎
瞎 ελληνικός ορισμός
xiā
- τυφλός
xiā
- τυφλός
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 瞎, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
-
瞎 (xiā): τυφλός
-