筷 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

筷 ελληνικός ορισμός

kuài

  • ξυλάκια

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Παραδείγματα ποινών με 筷

  • 我来中国 1 个月了,已经会用筷子了。
    Wǒ lái zhōngguó 1 gè yuèle, yǐjīng huì yòng kuàizile.
  • 中国人吃饭一般使用筷子。
    Zhōngguó rén chīfàn yībān shǐyòng kuàizi.

Λέξεις που περιέχουν 筷, ανά επίπεδο HSK