绁 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

绁 ελληνικός ορισμός

xiè

  • to tie
  • to bind
  • to hold on a leash
  • rope
  • cord

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : obscene; disrespectful;
  • : used in old names; phonetic seol used in Korean names;
  • : ξεφορτώνω
  • : to lust for;
  • : ψίχουλα
  • : wooden shoes;
  • : mountain valley;
  • : office;
  • : lax; negligent;
  • : μηχανήματα
  • : pavilion;
  • : διέξοδος
  • : διάρροια
  • : to get rid of; to discharge; to dredge;
  • : to become watery; creek;
  • : mist; vapor;
  • : candle stub;
  • : to blend; to adjust; to harmonize; harmony;
  • : dysentery;
  • : to bless;
  • : Allium bakeri; shallot; scallion;
  • : crab;
  • : ευχαριστώ
  • : to walk;
  • : to limp;
  • : to meet unexpectedly;
  • : thunderous beating of drums;
  • : joint of bones;