缸 Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας 缸 ελληνικός ορισμός gāng jar vat classifier for loads of laundry CL:口[kou3] Χαρακτήρες με την ίδια προφορά 冈 : ridge; mound; 刚 : μόλις 堈 : 堈 堽 : ανάχωμα 岡 : Okayama 杠 : μπαρ 笐 : 笐 纲 : τάξη 罡 : συμμορία 肛 : πρωκτός 舡 : ναυτίλος 釭 : εφιάλτης 钢 : ατσάλι 匃 冈