蓰 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

蓰 ελληνικός ορισμός

(grass)
  • increase five fold

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : αρέσει
  • : to be at, in or on (Cantonese); Mandarin equivalent: 在[zai4];
  • : double happiness (similar to 喜喜); symbol of good luck, esp. marriage;
  • : slippers;
  • : μετεγκατάσταση
  • : male nettle-hemp;
  • : πλύση
  • : ruler's seal;
  • : joy;
  • : sieve; to sift, to strain;
  • : band for the hair;
  • : feel insecure; unhappy;
  • : (spider);
  • : slippers;
  • : shoe; to step;
  • : to mill (machining); Taiwan pr. [xian3];