袗 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

袗 ελληνικός ορισμός

zhěn

  • unlined garment

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : 罙
  • : (of a bow) impactful; powerful;
  • : to bale out water, to dip;
  • : μαξιλάρι
  • : border; boundary; field-path;
  • : measles; rash;
  • : to restrain anger;
  • : to accumulate; fine and close;
  • : crooked; obstinate; twist a cord;
  • : fine and dense;
  • : διάγνωση
  • : square; strongly (as of emotion);
  • : bushy black hair;
  • : red;
  • : bushy black hair;