觝
                
                
                    
                    Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας
                    
                
            觝 ελληνικός ορισμός
        
            dǐ
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - βαρέλι
dǐ
- βαρέλι
