譈
                
                
                    
                    Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας
                    
                
            譈 ελληνικός ορισμός
        
            duì
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - σάο
duì
- σάο
