赌
賭
赌 ελληνικός ορισμός
dǔ
- στοίχημα
dǔ
- στοίχημα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 赌, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 赌博 (dǔ bó) : τυχερα παιχνιδια