赧 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

赧 ελληνικός ορισμός

nǎn

  • blushing with shame

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : stand in awe;
  • : brisket; belly beef; spongy meat from cow's underside and neighboring ribs; see 牛腩[niu2 nan3] esp. Cantonese; erroneously translated as sirloin;
  • : immature locusts;