醒 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

醒 ελληνικός ορισμός

xǐng

  • ίχνη

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to blow one's nose;

Παραδείγματα ποινών με 醒

  • 我已经提醒过他,但他还是忘了。
    Wǒ yǐjīng tíxǐngguò tā, dàn tā háishì wàngle.
  • 我昨天夜里 3 点就醒了,然后就再也睡不着
    Wǒ zuótiān yèlǐ 3 diǎn jiù xǐngle, ránhòu jiù zài yě shuì bù zháo

Λέξεις που περιέχουν 醒, ανά επίπεδο HSK