铆 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

铆 ελληνικός ορισμός

mǎo

  • riveting

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to not have (Cantonese); Mandarin equivalent: 沒有|没有[mei2 you3];
  • : mortise (slot cut into wood to receive a tenon); 4th earthly branch: 5-7 a.m., 2nd solar month (6th March-4th April), year of the Rabbit;
  • : round yellow dirt mount (in the Northwest of China);
  • : the Pleiades;
  • : still water;
  • : type of water plant; (dialect) loess hills;