髓
髓 ελληνικός ορισμός
suǐ
- marrow
- essence
- quintessence
- pith (soft interior of plant stem)
suǐ
- marrow
- essence
- quintessence
- pith (soft interior of plant stem)
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 瀡 : slippery;