黏 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

黏 ελληνικός ορισμός

nián

  • sticky
  • glutinous
  • to adhere
  • to stick

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : έτος
  • : sheatfish (Parasilurus asotus); oriental catfish; see also 鯰|鲶[nian2];
  • : sheatfish (Parasilurus asotus); oriental catfish; see also 鮎|鲇[nian2];