𧰨 έννοια και προφορά

𧰨
Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

𧰨 ελληνικός ορισμός

gèng

  • 𡗞

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : περισσότερο