一点儿 έννοια και προφορά

一点儿
Απλοποιημένη λέξη
一點兒
Παραδοσιακή λέξη

一点儿 ελληνικός ορισμός

yī diǎn er

  • λίγο

HSK level


Χαρακτήρες

  • (yī): ενας
  • (diǎn): σημείο
  • (er): παιδί

Παραδείγματα ποινών με 一点儿

  • 我只有一点儿钱。
    Wǒ zhǐyǒu yīdiǎn er qián.
  • 爷爷六十岁了,但是看起来一点儿也不老。
    Yéyé liùshí suìle, dànshì kàn qǐlái yīdiǎn er yě bùlǎo.
  • 这个帽子太小了,有大一点儿的吗?
    Zhège màozi tài xiǎole, yǒu dà yīdiǎn er de ma?
  • 走了这么多路,我累得一点儿力气都没有了。
    Zǒule zhème duō lù, wǒ lèi dé yīdiǎn er lìqì dōu méiyǒule.