专业 έννοια και προφορά

专业
Απλοποιημένη λέξη
專業
Παραδοσιακή λέξη

专业 ελληνικός ορισμός

zhuān yè

  • επάγγελμα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhuān): ειδικευμένος
  • (yè): βιομηχανία

Παραδείγματα ποινών με 专业

  • 我在大学学习法律专业。
    Wǒ zài dàxué xuéxí fǎlǜ zhuānyè.
  • 你在大学是学什么专业的?
    Nǐ zài dàxué shì xué shénme zhuānyè de?