保重 έννοια και προφορά

保重
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

保重 ελληνικός ορισμός

bǎo zhòng

  • να προσέχεις

HSK level


Χαρακτήρες

  • (bǎo): προστατεύω
  • (zhòng): βάρος