免疫 Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη 免疫 ελληνικός ορισμός miǎn yì ασυλία, ανοσία HSK level HSK 6 Χαρακτήρες 免 (miǎn): ελεύθερος 疫 (yì): επιδημία