其中 έννοια και προφορά

其中
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

其中 ελληνικός ορισμός

qí zhōng

  • ανάμεσα τους

HSK level


Χαρακτήρες

  • (qí): του
  • (zhōng): σε

Παραδείγματα ποινών με 其中

  • 我买的水果很多,其中包括葡萄。
    Wǒ mǎi de shuǐguǒ hěnduō, qízhōng bāokuò pútáo.