农民 έννοια και προφορά

农民
Απλοποιημένη λέξη
農民
Παραδοσιακή λέξη

农民 ελληνικός ορισμός

nóng mín

  • αγρότης

HSK level


Χαρακτήρες

  • (nóng): καλλιέργεια
  • (mín): ανθρωποι