凹凸
                
                
                
                Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη
                
                
            凹凸 ελληνικός ορισμός
        
            āo tū
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - χτύπημα
āo tū
- χτύπημα
