包袱 Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη 包袱 ελληνικός ορισμός bāo fu βάρος HSK level HSK 6 Χαρακτήρες 包 (bāo): πακέτο 袱 (fú): δέσμη τυλιγμένη σε ύφασμα