参加 έννοια και προφορά

参加
Απλοποιημένη λέξη
參加
Παραδοσιακή λέξη

参加 ελληνικός ορισμός

cān jiā

  • συμμετέχω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (cān): συμμετέχω
  • (jiā): συν

Παραδείγματα ποινών με 参加

  • 这次会议有两百多人参加。
    Zhè cì huìyì yǒu liǎng bǎi duō rén shēn jiā.
  • 我希望有机会参加比赛。
    Wǒ xīwàng yǒu jīhuì cānjiā bǐsài.
  • 明天的会议,请大家一定要参加。
    Míngtiān de huìyì, qǐng dàjiā yì dìng yào cānjiā.
  • 你想报名参加运动会吗?
    Nǐ xiǎng bàomíng cānjiā yùndònghuì ma?
  • 明天有个聚会,你想参加吗?
    Míngtiān yǒu gè jùhuì, nǐ xiǎng cānjiā ma?