参谋 έννοια και προφορά

参谋
Απλοποιημένη λέξη
參謀
Παραδοσιακή λέξη

参谋 ελληνικός ορισμός

cān móu

  • προσωπικό

HSK level


Χαρακτήρες

  • (cān): συμμετέχω
  • (móu): ψάχνω