反对
反對
反对 ελληνικός ορισμός
fǎn duì
- εναντιώνομαι
fǎn duì
- εναντιώνομαι
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 反对
-
这个计划大家都反对。
Zhège jìhuà dàjiā dōu fǎnduì.