合法 έννοια και προφορά

合法
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

合法 ελληνικός ορισμός

hé fǎ

  • νόμιμος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (hé): συνδυασμός
  • (fǎ): νόμος