同事 έννοια και προφορά

同事
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

同事 ελληνικός ορισμός

tóng shì

  • συνάδελφος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tóng): με
  • (shì): πράγμα

Παραδείγματα ποινών με 同事

  • 这是我们的新同事,李华。
    Zhè shì wǒmen de xīn tóngshì, lǐ huá.