商店 έννοια και προφορά

商店
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

商店 ελληνικός ορισμός

shāng diàn

  • κατάστημα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shāng): πηλίκο
  • (diàn): κατάστημα

Παραδείγματα ποινών με 商店

  • 昨天上午商店开了。
    Zuótiān shàngwǔ shāngdiàn kāile.
  • 我在商店买了很多东西。
    Wǒ zài shāngdiàn mǎile hěnduō dōngxī.
  • 商店在学校后面。
    Shāngdiàn zài xuéxiào hòumiàn.
  • 商店里有很多人。
    Shāngdiàn li yǒu hěnduō rén.
  • 她去商店买东西了。
    Tā qù shāngdiàn mǎi dōngxīle.