坦率 έννοια και προφορά

坦率
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

坦率 ελληνικός ορισμός

tǎn shuài

  • ειλικρινής

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tǎn): ηλιοκαμένος
  • (lǜ): τιμή