客观 έννοια και προφορά

客观
Απλοποιημένη λέξη
客觀
Παραδοσιακή λέξη

客观 ελληνικός ορισμός

kè guān

  • σκοπός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (kè): πελάτης
  • (guān): θέα