尊重 έννοια και προφορά

尊重
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

尊重 ελληνικός ορισμός

zūn zhòng

  • σεβασμός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zūn): σεβασμός
  • (zhòng): βάρος

Παραδείγματα ποινών με 尊重

  • 诚实的人值得我们尊重。
    Chéngshí de rén zhídé wǒmen zūnzhòng.
  • 我们都很尊重您的意见。
    Wǒmen dōu hěn zūnzhòng nín de yìjiàn.